Λέξημα / Άρθρα / Η γλώσσα του σώματοςΑνώνυμος επισκέπτης
Άρθρα Νεότερο Παλαιότερο
'Αρθρο #549 | Αποστολή από ?????? |
   Κυρ 29 Απρ 2007 
Η γλώσσα του σώματος
Μαρία Δέλλιου : Η γλώσσα του σώματος στην ποίηση της Κατερίνας Αγγελάκη Ρουκ...
                                          

                                         Μαρία Δέλλιου

                
       Η γλώσσα του σώματος στην ποίηση της Κατερίνας Αγγελάκη Ρουκ




             Η ποίηση της Κατερίνας Αγγελάκη Ρουκ (ΚΑΡ στο εξής) αποτελεί ένα αυτόνομο σύμπαν μέσα στο σώμα της λογοτεχνίας. Η ΚΑΡ δεν συνεχίζει καμία παράδοση, δεν ενδιαφέρεται να ενταχθεί σε κάποιο λογοτεχνικό ρεύμα ή σχολή ή να αντιταχθεί σε αυτό αμφισβητώντας το. Δεν ενδιαφέρεται για τα ιστορικά γεγονότα που κατά το κοινώς λεγόμενο «σημάδεψαν τον τόπο», παρόλο που ανήκει στην δεύτερη μεταπολεμική γενιά, δεν παίρνει με την ποίησή της μέρος σε καμία ιδεολογική ή πολιτική διαμάχη. Η επιλογή της αυτή όμως, όπως θα δούμε στη συνέχεια, δεν είναι μία απολιτική στάση, ούτε πολύ περισσότερο εκφράζει εφησυχασμό και δειλία, αλλά, όπως αποδεικνύεται τώρα, μετά από την πάροδο τόσων ετών, είναι μία εφυής ρήξη με ο,τιδήποτε μπορεί να την αλλοτριώσει, μία απελευθέρωση της ποίησής της από κάθε εξωτερικό στοιχείο, ώστε να εκφράσει αποκλειστικά και μόνο το δικό της εσωτερικό κόσμο και να αναπτύξει τη δική της ποιητική φωνή.
            Η ΚΑΡ χτίζει ένα σπιτάκι για τη γυναικεία ύπαρξη μέσα στην ποίηση, χρησιμοποιώντας όπως ο παραδοσιακός χτίστης του λαϊκού πολιτισμού, υλικά από το περιβάλλον της. Το περιβάλλον της όμως δεν είναι η περίκλειστη ζωή μέσα στο μικροαστικό σπίτι της πόλης μιας παντρεμένης κόρης «καλής οικογενείας». Το περιβάλλον της είναι το σώμα της, η φυσική της ύπαρξη, από το οποίο πηγάζει η ποίησή της, με αποτέλεσμα να αποκτάει έτσι, με έναν πολύ φυσικό τρόπο, η ποίηση αυτή ταυτότητα και φύλο. Απέναντι στην ποίηση με την ιστορία δεκάδων αιώνων που φέρνει αναπόφευκτα την ανδρική σφραγίδα, η ΚΑΡ φέρνει και εγκαθιστά στην ποίηση το σώμα της, ένα ποιητικό γυναικείο σώμα, φτιαγμένο από λέξεις. Ο ερωτικός λόγος που αρθρώνει αυτό το θηλυκό σώμα είναι πρωτογενής, είναι λόγος υποκειμένου και όχι λόγος ερωτικού αντικειμένου. Δεν είναι ένα θηλυκό σώμα που μιλά για την ερωτική του ζωή με ένα λόγο διαμεσολαβημένο από το αντρικό βλέμμα που το μετατρέπει σε αντικείμενο. Στην ποίησή της το θηλυκό σώμα ταυτίζεται με τον άνθρωπο και ο λόγος της αρθρώνεται πάνω στο δίπτυχο έρωτας-πόνος που υποκρύπτει την αντίθεση έρωτας - θάνατος.
             Ο λόγος αυτός του υποκειμένου - σώματος δεν είναι πάντοτε ο ίδιος, αλλά  διανύει μια πορεία μέσα στο ποιητικό έργο της ΚΑΡ. Στην αρχή, όταν η ποιήτρια πρωτοεμφανίζεται, χρησιμοποιεί το μυθικό προσωπείο για να μιλήσει μέσα από αυτό, προσπαθώντας να υπερβεί την αρχική αμηχανία που γεννά η χρήση του εγώ. Το εγώ, ως υποκείμενο, είναι ταυτισμένο με την ανδρική δράση στην ιστορία και η άρθρωσή του από το γυναικείο λόγο κινδυνεύει να μοιάσει με σφετερισμό, λιγότερο ή περισσότερο πετυχημένο. Για να υπερβεί αυτό το ιστορικό και ποιητικό άλμα ο γυναικείος λόγος μπορεί να υποδυθεί ένα άλλο πρόσωπο, παίρνοντας το προσωπείο του από την πινακοθήκη του πολιτισμού, ώστε να αποκτήσει και το γυναικείο υποκείμενο ιστορία, παράδοση, αναφορά, ένα είδος νομιμοποίησης της διαφορετικότητάς του δηλαδή μέσα στο σώμα της λογοτεχνίας. Νομιμοποίησης, που δεν είναι ηθικής φύσεως, ούτε φυσικά νομικής, αλλά έχει να κάνει με την ίδια τη φύση του λόγου, με τις υπόγειες δηλώσεις και συμπαραδηλώσεις των λέξεων.
             Ανάμεσα στα διάφορα μυθικά προσωπεία που χρησιμοποιεί, αυτό που παραμένει περισσότερο σταθερό και επανέρχεται είναι το προσωπείο της Πηνελόπης. Η Πηνελόπη είναι το γυναικείο σώμα που αναγκάζεται να περιμένει τον έρωτα που απουσιάζει χωρίς να έχει άλλη επιλογή. Περιμένει όχι παθητικά, σαν αντικείμενο που έχει πάψει να χρησιμοποιείται, αλλά ενεργητικά, υπερασπιζόμενη την επιλογή της για το συγκεκριμένο ερωτικό σώμα του Άλλου, του Οδυσσέα εν προκειμένω, και κανενός άλλου. Η ερωτική επιθυμία έτσι εγγράφεται στη σφαίρα της ηθικής, όχι σαν μια υπακοή σε εξωτερική επιταγή (ήθη, έθιμα, κοινωνία και πατριαρχικό βλέμμα πάνω στο γυναικείο σώμα), αλλά σαν μια ερωτική ηθική, μια ανυποχώρητη διεκδίκηση της αρχικής επιλογής. Η εμμονή στην ερωτική επιθυμία του συγκεκριμένου άλλου και κανενός άλλου, γίνεται μια αντίσταση του σώματος στην ερωτική αλλοτρίωσή του, που εκπροσωπούν οι μνηστήρες. Οι οποίοι στο ποίημα της ΚΑΡ συμπυκνώνονται όλοι στον ένα και μοναδικό που απειλεί τον έρωτά της, τον πόνο, στον οποίο, όπως λέει στο ποίημά της, έκλεισε την πόρτα, αρνήθηκε να τον βάλει στην ποίησή της.  
            Στη συνέχεια, καθώς το έργο της ωριμάζει, έχω την εντύπωση ότι η ΚΑΡ ξεπερνά την ανάγκη χρήσης του μυθικού προσωπείου, όταν φτάνει στο σημείο να ισχυροποιήσει το ποιητικό της εγώ ταυτίζοντάς το εντελώς με το γυναικείο σώμα. Έτσι το οριοθετεί οριστικά από κάθε ανδρικό εγώ και την ιστορία που αυτό κουβαλάει από τη χρήση του στην ιστορία της λογοτεχνίας, ανάγοντας σε μυθολογία την ίδια του την ύπαρξη με όλες τις αισθήσεις, τη μνήμη, τις επιθυμίες, τον πόνο, τη στέρηση και τα λοιπά, μετατρέποντας σε εικόνες τη παρουσία του. Δεν μεταφέρει το γυναικείο σώμα μέσα στην αντρική ιστορία (στο βαθμό που η λογοτεχνία είναι η ιστορία ενός ή πολλών αντρικών εγώ), αλλά με ένα εφυέστατο τρόπο μεταφέρει την αντρική ιστορία (ως ποιητικό εγώ) μέσα στο γυναικείο σώμα. Τώρα το γυναικείο σώμα περιβάλλει, κατακλύζει, πολιορκεί, χαϊδεύει, ερωτοτροπεί, αμφισβητεί το ποιητικό εγώ, αφοπλίζοντάς το από ό,τι δεν είναι σώμα, παρόν, υλικό, πεπερασμένο. Κάθε μεγαλοστομία, κάθε αφηρημένη ιδέα, κάθε σκοπιμότητα, κάθε ιδεολογία έτσι χάνει τη θέση της, για να τη δώσει στη φωνή ενός γυναικείου υποκειμένου που δεν έχει ανάγκη την αντρική ιστορία για να υπάρξει. . Έτσι το ποιητικό σύμπαν της ΚΑΡ αποτελείται από ένα ομιλόν, ανθισμένο γυναικείο σώμα που μιλάει με όλους τους δυνατούς τρόπους. Ο πόνος της ύπαρξης αποδραματοποιείται και εκφράζεται ως λαχτάρα του σώματος για ζωή, για έρωτα. Το σώμα ως εδώ και τώρα ύπαρξη αδιαφορεί για το παρελθόν, το όποιο παρελθόν δεν είναι δικό του, και γράφει τη δική του ιστορία ως παρουσία των αισθήσεων. Ο Άλλος γίνεται ο ερωτικός Άλλος, το όριο της επιθυμίας για ζωή, είτε με την εκπλήρωσή της είτε με τη ματαίωσή της. Η εκπλήρωση είναι κάτι που δεν διαρκεί, η επιθυμία την υπερβαίνει, η μνήμη δεν μπορεί να την παρηγορήσει.
            Στις ποιητικές συλλογές των τελευταίων χρόνων το ομιλόν θηλυκό σώμα εκφράζει πλέον τη σοφία του. Στη βασική αντίθεση έρωτας - θάνατος, ο έρωτας ταυτίζεται με τη ζωή, όμως η ζωή τον ξεπερνά, το άρρητο δηλώνει την παρουσία του με κλεφτές ματιές στην ποίησή της, η άμυνα του έρωτα μπροστά στο θάνατο δηλώνει την ανημπόρια της, ομολογεί τα όριά της. Δεν πρόκειται για παραίτηση ή αδυναμία, αλλά για μια τίμια αποτύπωση των ορίων, της επίγνωσης των ορίων. Είναι μια άλλη έκφραση της γενναιότητας που εκφράζει η ποιητική φωνή της ΚΑΡ που τίμια εκφράζει την πραγματικότητα «χωρίς των δειλών τα παρακάλια και παράπονα». Όπως και στον Καβάφη το σώμα αντιμετωπίζει με αξιοπρέπεια τη θνητότητά του, καταθέτοντας τη μαρτυρία του.
            Για να γίνει πιο καθαρή η διαφορά, θα μπορούσε να συγκρίνει κανείς τον ολοκληρωμένο αυτό γυναικείο λόγο που αρθρώνει το ποιητικό σώμα της ΚΑΡ με  το κακόμοιρο και ευνουχισμένο γυναικείο Στόμα του Μπέκετ στο μονόπρακτό του «Όχι εγώ». Στό έργο του Μπέκετ το γυναικείο σώμα εξισώνεται με το στόμα, με ένα απλό άνοιγμα δηλαδή, μία τρύπα στην ιστορία, από όπου οι λέξεις ξεχύνονται ανολοκλήρωτες, αποκομμένες από το λογικό ειρμό χωρίς να καταφέρουν να γίνουν λόγος, μια και αυτός αποτελεί ανδρικό προνόμιο. Συγχρόνως, ο γυναικείος αυτός ο λόγος, εξισώνεται τόσο πολύ με το γυναικείο σώμα, ώστε όταν η φορέας του πιέζεται αφόρητα να εκφραστεί, να καταφεύγει στο «κοντινό αποχωρητήριο» για να ξεράσει σαν «σταθερό ρεύμα» το «παράλογο υλικό». Βλέπουμε λοιπόν με ποιον τρόπο περιγράφει ο κυρίαρχος αντρικός λόγος τον γυναικείο, όταν προσπαθεί να τον μετατρέψει σε λόγο υποκειμένου… Από την άλλη θα μπορούσαμε να συγκρίνουμε τον ποιητικό λόγο της ΚΑΡ με το λόγο της Φραγκογιαννούς, το «μινύρισμα» του ανικανοποίητου βρέφους που δεν αγαπήθηκε και γι` αυτό δεν αποδέχθηκε τον εαυτό του ποτέ, και ο μόνος λόγος που μπορεί να αρθρώσει είναι ο εωσφορικός λόγος της εξέγερσης και της εκδίκησης.  
            Ο ποιητικός λόγος της ΚΑΡ αντίθετα είναι ο λόγος μιας γυναίκας που αγαπήθηκε και αγαπιέται, που υπάρχει με ένα φυσικό τρόπο, συμφιλιωμένη με το σώμα της και τη γυναικεία φύση της, από την οποία σαν αρχόντισσα από το μπαλκόνι της, αντικρίζει όλο τον κόσμο, και τον αντρικό λόγο, χωρίς να ταράζεται ή να αλλοτριώνεται.



             Μαρία Δέλλιου
           για το lexima.gr





Δημοσίευση στο www.lexima.gr : 29/4/2007














Lexima.gr - Τα κείμενα αποτελούν απόψεις και θέσεις των συντακτών τους.