Λέξημα / Λοιπές κατηγορίες / Α! Βρε κόσμε παράλογεΑνώνυμος επισκέπτης
Λοιπές κατηγορίες Νεότερο Παλαιότερο
'Αρθρο #1383 | Αποστολή από vy8os |
   Δευ 3 Μαρ 2008 
Νίκος Κουμερτάς
Α! Βρε κόσμε παράλογε
Εξώφυλλο
Ένα οδοιπορικό σε ένα χωριό της Νάξου, την περίοδο της κατοχής.
Τίτλος: «Α! Βρε κόσμε παράλογε»
Συγγραφέας:Νίκος Κουμερτάς
Εκδόσεις: Αθήνα 2007
Σελίδες: 190



  Υπάρχουν οι αυτοβιογραφίες των επωνύμων, υπάρχουν και οι αυτοβιογραφίες του απλού λαού. Ο Νίκος Κουμερτάς έχασε την ευκαιρία να γίνει επώνυμος με το να σταματήσει να ασχολείται επαγγελματικά με το βιολί. Όμως τα πρώτα μετακατοχικά χρόνια ήταν δύσκολα, και το να γίνεις υπηρέτης δύο αφεντάδων, όπως μας έδειξε ο Γκολντόνι, συχνά έχει περιπλοκές. Έτσι κι εκείνος αποφάσισε να εγκαταλείψει το κέντρο όπου έπαιζε βιολί και να αφοσιωθεί σε ένα επάγγελμα που θα του επέτρεπε να συντηρήσει την οικογένειά του, τη Λαυρία και τις τρεις κόρες του, το επάγγελμα του ξυλουργού. Άφησε τη μια τέχνη για να πιάσει την άλλη.
  Όχι εντελώς. Σε γιορτές και σε παρέες διασκέδαζε την ομήγυρη. Και επειδή όλες οι μέρες δεν είναι γιορτινές, και η καλλιτεχνική φλέβα έχει πολλές στοές, διοχέτευσε το ταλέντο του στην ποίηση. Συχνά μας διάβαζε στίχους του, έξυπνους, κωμικούς, σατιρικούς, κι εμείς θαυμάζαμε και χειροκροτούσαμε. Όταν βγήκε στη σύνταξη σκέφτηκε ότι έπρεπε να κάνει ένα απολογισμό ζωής. Και από τους στίχους πέρασε στο πεζό, στην αυτοβιογραφία.
  Η αυτοβιογραφία δεν είναι ημερολόγιο όπου καταχωρείς τα καθημερινά, που μπορεί να είναι σημαντικά, μπορεί όμως να είναι και ασήμαντα. Επιλέγεις. Και τα μεν λιγότερο σημαντικά τα δίνεις σε περίληψη, στα σημαντικά όμως αναφέρεσαι πιο διεξοδικά.
  Έτσι και ο Νίκος, στην αυτοβιογραφία του επικεντρώνεται στην πιο σημαντική περίοδο της ζωής του, στην εφηβική, που ήταν η περίοδος της κατοχής.
  Από εκείνη την περίοδο έχει τις πιο δυνατές αναμνήσεις, γιατί ήταν και η πιο δύσκολη. Αλλά αυτές ακριβώς οι αναμνήσεις έχουν περισσότερο ενδιαφέρον για το αναγνωστικό κοινό. Να μάθουμε εμείς που δεν γνωρίσαμε. Και αυτοί που γνώρισαν να συγχωρήσουν, αλλά να μην ξεχάσουν.
  Θα νόμιζε κανείς ότι οι αναμνήσεις αυτές θα πλούτιζαν απλώς την εικόνα που είχαμε για τις δυστυχίες της κατοχής. Δυστυχώς δεν είναι έτσι. Το βιβλίο αυτό μου διάλυσε ένα μύθο: ότι οι κάτοικοι της επαρχίας δεν γνώρισαν την πείνα, ότι γι αυτούς η κατοχή πέρασε χωρίς πολλές ταλαιπωρίες σε σύγκριση με τους κατοίκους της πρωτεύουσας.
  Τα πράγματα δεν ήταν ακριβώς έτσι. Για τους κατοίκους των ορεινών περιοχών (και η Κόρωνος είναι ένα από τα πιο ορεινά χωριά της Νάξου) η κατοχή ήταν ιδιαίτερα δύσκολη. Οι Κορωνιδιάτες ζούσαν κυρίως βγάζοντας σμυρίγλι, μια πέτρα που τη χρησιμοποιούν για να φτιάχνουν γιαλόχαρτα και άλλα αντικείμενα, ζούσαν δηλαδή από το μεροκάματο. Τα λίγα ζώα που είχαν και οι μικρές πεζούλες στις πλαγιές των βουνών, που έπρεπε κάθε χρόνο να τις συντηρούν, τους πρόσφεραν μόνο ένα μέρος από τα χρειαζούμενα για τη διατροφή τους. Έτσι όταν ήρθε η κατοχή τα πράγματα ήταν δύσκολα γι αυτούς. Το ίδιο και για τους φτωχούς καμπίσιους, που δεν είχαν τα πολλά χωράφια με τα πολλά αγροτικά εισοδήματα. Για να βρουν την τροφή τους ξεχύνονταν στα χωράφια και στις πλαγιές των λόφων για να μαζέψουν χόρτα. Τα χόρτα είναι υγιεινά, πρέπει όμως να συνοδεύονται και από τροφές που περιέχουν ζάχαρα και πρωτεΐνες, τα βασικά συστατικά της διατροφής. Έτσι λοιπόν οι Κορωνιδιάτες, κακοταϊσμένοι και ταλαιπωρημένοι, ήταν πρόσφορη τροφή για το χάρο. Έμεινα κυριολεκτικά έκπληκτος διαβάζοντας ότι περίπου το ένα πέμπτο των κατοίκων του χωριού (377 από 1903) πέθαναν στη διάρκεια της κατοχής, ότι πολλά σπίτια έκλεισαν και δεν ξανάνοιξαν, γιατί δεν έμεινε κανείς από τις οικογένειες που στέγαζαν ζωντανός για να τα ξανανοίξει.
    Υπάρχουν και επεισόδια που εντυπωσιάζουν. Ο καλός Ιταλός, που γεμίζει τις τσέπες του Νίκου με σταφίδες. Ο κακός Ιταλός, που τον διώχνει με τις κλωτσιές όταν τολμάει να πάει να ξαναζητήσει. Ο Γερμανός που θαυμάζει τον Κορωνιδιάτη εκείνο που παρά τα βασανιστήρια δεν μαρτύρησε στους Γερμανούς τους συντρόφους του που διέλυσαν το Γερμανικό αεροπλάνο που είχε πέσει στο έδαφος και πήραν τα κομμάτια. Έτσι τον άφησε στο τέλος να φύγει χαρίζοντάς του μάλιστα μια χρυσή ταμπακιέρα.  
  «-Είσαι καλό γκρέκο και σου χαρίζω τη ζωή, είσαι ελεύθερος να φύγεις» (σελ. 40).
  Το βιβλίο έχει και ανθρωπολογικό-λαογραφικό ενδιαφέρον. Έτσι ο μελετητής μπορεί να βρει φωτογραφικό υλικό με το μαγγανοπήγαδο, τις βεντούζες, το φυσολόο (για να παίρνουν φωτιά τα ξύλα στο τζάκι) κ.ά, και να διαβάσει εκεί για τις καλές κιουράδες, για βασκανίες κ.λπ. Παραθέτουμε το απόσπασμα που λέει πώς θεραπεύονται οι μερμηγκιές.
  Τι είναι οι μερμηγκιές;
  «…κάτι ροζάκια, εξογκώματα, λες και ήτα¬νε κάλοι, δεν ξέρω τι ονομασία έχουνε, εμείς τα λέγαμε μερμηγκιές. Κάποια φορά τα πήρε το μάτι της η κυρά Σταθώ.
-  Τι 'ναι αυτά βρε Νικόλα που έχεις στα χέρια σου; Να σου πω εγώ ένα φάρ¬μακο να φύγουνε.
- Να το ακούσω, της είπα.
- Θα πάρεις όσες μερμηγκιές είναι στα χέρια σου τόσα σπυριά αλάτι χοντρό και θα πας στη λείψη τον φεγγαριού στο πηγάδι δώδεκα η ώρα τη νύχτα, θα το πετάξεις μέσα στο νερό, και θα πεις: «όπως θα χαθείτε εσείς να χαθούνε και οι μερμηγκιές» και θα φύγεις χωρίς να γυρίσεις πίσω σου έστω κι αν κάποιος σου φωνάξει. Αν στο πρώτο φεγγάρι δεν χαθούνε να το επαναλάβεις και στο δεύτε¬ρο κι αν και τότε δε χαθούνε θα το κάνεις και στο τρίτο φεγγάρι, θα δεις οπωσ¬δήποτε θα χαθούνε από τα χέρια σου» (σελ. 87).
  Ο Νίκος άκουσε τη συμβουλή της κυράς Σταθώς και του φύγανε οι μερμηγκιές. Εξακολουθεί όμως να έχει αμφιβολίες αν φύγανε από το τελετουργικό αυτό ή αν θα φεύγανε έτσι κι αλλιώς από μόνες τους.
  Ο Νίκος είναι καλαμπουρτζής και φαρσαδόρος. Είναι απολαυστικό το κεφάλαιο που αναφέρεται σε φάρσες που σκάρωναν οι χωριανοί του και ο ίδιος. Επειδή όμως θα πάρει χρόνο να παραθέσουμε καμιά, θα κλείσουμε με κάποιους από τους στίχους του.
  (Μιλάει η Κόρωνος στα ξενιτεμένα της παιδιά):
Κάθε φευγιό σας ήτανε
και μια πληγή στα στήθια μου,
να 'χετε την ευχή μου
κι αν στερηθήκατε πολλά,
γίνατε δαχτυλόδεικτοι,
τιμή σας και τιμή μου.

Κείνο που θέλω από σας,
τα χώματα που έχετε,
ιδρώτα ποτισμένα,
να μην ξεχάσετε ποτέ
και κάπου-κάπου να 'ρχεστε,
να βλέπετε και μένα.



Μπάμπης Δερμιτζάκης, 3-1-2008

Lexima.gr - Τα κείμενα αποτελούν απόψεις και θέσεις των συντακτών τους.