Λέξημα / Ποίηση / Καθ οδόνΑνώνυμος επισκέπτης
Ποίηση Νεότερο Παλαιότερο
'Αρθρο #233 | Αποστολή από ?????? |
   Κυρ 28 Ιαν 2007 
Συλλογική παρουσίαση (3)
Καθ οδόν
Χωρίς εξώφυλλο
Παρουσιάζονται οι : Θανάσης Χατζόπουλος,  Σιδέρης Ντιούδης,  Δημήτρης Κανελλόπουλος,  Ιάσων Ευαγγέλου  και  Μαρία Χωρατατζή - Μηλιώτη …

                    


          
                
                                          Γράφει ο Γιάννης Μανιάτης



Θανάσης Χατζόπουλος
Ψηφία για ψηφίδες
Εκδ. Μεταίχμιο


Η δέκατη τρίτη συλλογή του Θανάση Χατζόπουλου και η εικοσαετής παρουσία του στα ποιητικά δρώμενα τον καθιστούν σίγουρα έναν ακαταπόνητο και συνεπή εργάτη του χώρου και στα Ψηφία για ψηφίδες γίνεται μια αναδρομή αυτής της πορείας.
Η συλλογή ξεκινά με ένα ποίημα σε εννέα μέρη, με τους πόνους της γέννας, της πνευματικής γέννας φυσικά και τον ποιητή να αναρωτιέται :

               Τίκτω ! Πες μου τι κτώ ;                

                                                (Η ΚΟΙΜΗΣΗ  Ι, σελ. 11)


Ερώτημα που, αν και μένει ουσιαστικά αναπάντητο, γίνεται το έναυσμα για μια πορεία λόγου, με ποιήματα της περιόδου 1986 - 1991.
Στα επόμενα μέρη, του ιδίου ποιήματος, εμφανίζονται η έμπνευση, μέσα σε σιωπηλή αχλύ και ο ρυθμός :

         Ούτε σιωπή, ούτε φωνή ανθρώπινη. Μια βοή
         Που την πιάνει το σώμα μόνο κι όχι το αυτί

                                               (Η ΚΟΙΜΗΣΗ V, σελ. 16)


Αλλά και το δίπολο Έρωτας - Φόβος που εναλλάσσονται σε έρωτα από φόβο αλλά και φόβο από έρωτα  (Η ΚΟΙΜΗΣΗ VI  & VIII, σελ.17 & 19)
Το αιώνιο δίπολο Ζωής - Θανάτου.
Στο ίδιο ποίημα εμφανίζονται το νερό, το σώμα και το φως, βασικά σύμβολα που επανέρχονται συχνά στα επόμενα ποιήματα της συλλογής με παραπομπές σε αρχετυπικές ερμηνείες, όπως για παράδειγμα αυτή της γέννησης.
Εδώ όμως παρουσιάζεται και η πρώτη “αδυναμία” του ποιητή, καθώς επιλέγει να μιλήσει κλεισμένος σ' έναν κόσμο συμβόλων, με συχνά αντιφατική μεταξύ τους χρήση και εμφανή πλέον τον κίνδυνο να γίνει  ο λόγος του προσωπικός και καθολικό το παράπονο.

Στη συλλογή είναι εμφανής η αγωνία του ποιητή για το επέκεινα του θανάτου, όπως αυτό πραγματώνεται μέσα από την αναγνώριση του ποιητικού έργου, την υστεροφημία, θα λέγαμε, με άλλα λόγια, κάτι που αποτυπώνεται και στο ποίημα που αφιερώνει στην ομότεχνό του Κική Δημουλά :

     Θα συναντηθούμε ξανά στο Λησμονητήριο
     Άγνωστοι μεταξύ αγνώστων προσποιούμενοι
     Πως τίποτα δεν μας θυμίζουν και κανέναν
     Τα πρόσωπα αυτά που η μνήμη
     Δεν ορέγεται
     Δεν μαρτυράει ονόματα ο Ιούδας
     Νεύματα γνωστών τα αποδίδει σε αγνώστους

                                      (ΣΤΟ ΛΗΣΜΟΝΗΤΗΡΙΟ, σελ. 42)



Αναπάντητο, λοιπόν, το αρχικό ερώτημα, ποια είναι η ανταπόδοση της πνευματικής δημιουργίας σ' έναν υλικό κόσμο και η αγωνία της υστεροφημίας το σίγουρο αντίτιμο εν προ-κειμένο.
Αγωνία, που τον οδηγεί από το ύψος της δημιουργίας, στο βάθος μιας ατέρμονης αναζήτησης, με τον ρυθμό συχνά αποτέλεσμα εγκεφαλικής επεξεργασίας και όχι φυσικής εκπνοής, αλλά και λέξεις εξεζητημένες, που την επιτείνουν μέσα στα πενήντα τέσσερα ποιήματα της συλλογής.
Μια διαρκής ισορροπία  στο κενό, μια πορεία στο λευκό τοπίο της γραφής, με τον ποιητή εκεί που απλώνει το χέρι με τα άνθη της συλλογής του, να το μαζεύει και πάλι πίσω απ' το σώμα του, χαρίζοντάς μας μόνο κάποια απ' αυτά.





                                                        ******





Σιδέρης Ντιούδης
Ελεύθερη Πτώση
Εκδ. Φιλόγραφο


Όταν πριν από δύο χρόνια, αρχές του 2005, τολμήσαμε πρώτοι να καταγράψουμε στο Λέξημα, μια νέα τάση στις εκδόσεις ποιητικών συλλογών, δεν μπορούσαμε να φανταστούμε την απήχηση που θα είχε έκτοτε η παρατήρησή μας, καθώς πληθαίνουν οι συλλογές που ο λόγος πλαισιώνεται από εικόνες ή άλλες εικαστικές παρεμβάσεις και αποτέλεσμα αυτής της νέας τάσης είναι και η πρόσφατη συλλογή του Σιδέρη Ντιούδη, φίλου από τη συντροφιά του Λέξημα.

Το “στοίχημα” σε αυτές τις απόπειρες συνύπαρξης λόγου και εικόνας, όπως είχαμε σημειώσει, είναι να μην λειτουργεί το δεύτερο σε βάρος του πρώτου, κάτι που καταφέρνει η συλλογή που παρουσιάζουμε, καθώς η εικαστική παρέμβαση λειτουργεί σαν διακριτικό περιβάλλον, αναδεικνύοντας τον ποιητικό λόγο. Επιπρόσθετα, η ευρηματικότητα των εικαστικών δημιουργιών βρίσκεται σε μια αρμονία με τα ποιήματα της συλλογής, σε μια αντιστοιχία με το ύφος των ποιημάτων.

Η μοναξιά του ανθρώπου, γίνεται πηγή δημιουργίας αποτυπώνοντας το κυρίαρχο χαρακτηριστικό της εποχής μας με στίχους όπως :

                                   Χορεύω,
                      με τις φλόγες της φωτιάς,
                               το πένθιμο
                       το βαλς της μοναξιάς.

                                                         ( Το κουκλοθέατρο της φωτιάς )



Οι ανθρώπινες σχέσεις, οι δοκιμασίες και οι αντοχές τους είναι από τα σημεία εκκίνησης των ποιημάτων καθώς ο Ντιούδης καταφέρνει την :

                 Εικονογράφηση μιας λήθης
    
                                                        ( Η μυθολογία των σκέψεων )


και μας υπενθυμίζει πως, ότι ζήσαμε εξακολουθεί να ζει :

               Οι μνήμες ξεμακραίνουν,
             οι αναμνήσεις επιστρέφουν∙
        εισβάλλουν σαν Ερινύες, στα όνειρα
           ξυπνάνε βυθισμένους χρόνους.

                                                         (Νοσταλγία)



Πολλές φορές έχει διατυπωθεί η άποψη ότι οι ποιητές έχουν κοινό με τους  επιστήμονες την παρατήρηση, με τη διαφορά ότι η παρατήρηση στην ποίηση μας δίνει αθέατες οπτικές σε οικείες καταστάσεις και γεγονότα. Κάτι που συνιστά και στοιχείο της ποιητικής του Σιδέρη Ντιούδη αλλά και προβληματισμό του :

             Δύσκολοι καιροί
               για προσοχές.
            Ανίατη ασθένεια
             οι αποσπάσεις

                                                (Ασαφή σαφήνεια)






                                                        ******





                                         Γράφει ο Σωτήρης Παστάκας



Δημήτρης Κανελλόπουλος
Σιγή Ασυρμάτου,
Εκδ. Κολωνός


Η αίσθηση του φίλιου που δημιουργεί η ποίηση του Δημήτρη Κανελλόπουλου, ξεπερνάει τις προσωπικές εμπλοκές και τα αλισβερίσια της καθημερινότητας. Όντας φίλος του από ετών, η γνωριμία μας προϋπήρχε. Με μετέφρασε στα ρουμανικά το 1984 χωρίς να με γνωρίζει, και πρωτοδιάβασα ποιήματά του με την αίσθηση ανθρώπου που γνώριζα από χρόνια, χωρίς να τον έχω συναντήσει. Τώρα, την ίδια φίλια αίσθηση μου δημιουργούν τα ποιήματα της τελευταίας του συλλογής, που και φυσικά τον έχω γνωρίσει και ξέρω τον χαρακτήρα του τον ανθρώπινο και τις αδυναμίες που τον συνοδεύουν, όπως κι εκείνος γνωρίζει τις δικές μου.
Αν καταφέρνει να μιλήσει σε όλους μας αυτή η συλλογή είναι γιατί ο Κανελλόπουλος έχει απεμπλακεί από τις καθηλώσεις του παρελθόντος (ιδεολογικές, πολιτικές, συναισθηματικές), και μπορεί πλέον να απευθύνει έναν ολοκληρωτικό λόγο πάνω στα ανθρώπινα. Από τη βαθιά ομίχλη μέσα από την οποία μας παρατηρεί, την υγρή ατμόσφαιρα που μας χωρίζει και τα θολά νερά του ποταμού που όλα τα παρασέρνει, ο Κανελλόπουλος βρήκε τον τόνο να πει με τρόπο επικό, ηρωικό και πένθιμο, τι αλήθεια μας έχει συμβεί τα τελευταία τριάντα χρόνια και χάσαμε τον μπούσουλα στις αντιπαροχές και τα ξεπουλήματα ενός ολόκληρου τόπου, και γιατί τα όνειρά μας για έναν καλύτερο κόσμο τα δώσαμε δίχως εγγυητικές επιστολές στον έναν και μοναδικό εργολάβο, τον Θάνατο.

Αφού τελειώσανε με το σπίτι
Και τα παλιά αδερφομοίρια,
Τα πετροχώραφα και τ' άλλα
Με τις καρδιές μπαλωμένες πρόχειρα
Απ'τα πικρά λόγια της διαδικασίας
και πριν στεγνώσει το μελάνι πάνω στο χαρτί,
είπανε κάτι
για από εδώ και πέρα,
μες στην αμηχανία της στιγμής,
τάχα πως είναι αδέρφια
και πως ό,τι έγινε-έγινε
κι ό,τι το αίμα είναι αίμα,
δεν το χωρίζουν τα'γκωνάρια.

Κι αν οι παλιοί δεν τα'καναν καλά τα πράγματα
Αυτοί τα καταφέρανε να'ναι ευτυχισμένοι.

Χωρίσανε
Σφίγγοντας ο ένας το χέρι του άλλου.
Γίνανε πέτρες,
Σαν τις πέτρες που μοιράσανε.






                                                       ******





                                         Γράφει ο Μπάμπης Δερμιτζάκης



Ιάσων Ευαγγέλου
Ανθολόγιο Θλίψεων
εκδ. Μάριος Βερέττας  


   «Ανθολόγιο θλίψεων» είναι ο τίτλος της τελευταίας ποιητικής συλλογής του «σοφού», κυρίως δοκιμιογράφου, Ιάσωνα Ευαγγέλου, που φέρει τον υπότιτλο «ποιητικά δοκίμια». Δεν είναι οξύμωρος ο τίτλος αν σκεφτούμε το De rerum natura του Λουκρήτιου, όπου ο λατίνος ποιητής, σε ποιητική φόρμα, εκθέτει τις σκέψεις του για τη φύση.
  Και ενώ όσοι καλλιεργούν ένα είδος λόγου βρίσκονται λιγάκι ελλειμματικοί σε ένα άλλο, ο Ευαγγέλου μας εκπλήσσει παρουσιαζόμενος με ποιήματα που δεν θα είχαν να ζηλέψουν σε τίποτα από τα ποιήματα των καλύτερων ποιητών μας. Νοηματική πυκνότητα και βάθος, ευφάνταστες μεταφορές, τολμηρές εικόνες, γραμματικοί νεολογισμοί χαρακτηρίζουν τα ποιήματα του Ευαγγέλλου.
  «Οι λέξεις όπου κλαιν δεν μπαίνουν σε λεξικά
  μονάχα κάπου-κάπου βρίσκονται στην ποίηση.
  στη χαρισματική εκείνη ποίηση
  που δεν διαβάζεται με τα μάτια,
  αλλά δακρύζεται με τα μάτια» (σελ 14).


  Το «δακρύζω» σε παθητική φωνή.
  Και πιο κάτω:

  «Όταν τη λύπη την προμελετάς εκείνη μεγαλώνει.
  Η προκαταβολική στενοχώρια μοιάζει
  με τόκους που πληρώνουμε
  για ένα δάνειο που δεν πήραμε ακόμα» (σελ. 17).


  Τα «άτιτλα», στις ζυγές σελίδες, είναι αληθινά διαμάντια:

  «Το ακρωτήριο της Καλής Ελπίδας
  Πάντα μου θύμιζε τις ακρωτηριασμένες ελπίδες» (σελ. 30)


  Και ένα ερωτικό:

  «Πολύ σε χάιδεψαν αυτά τα δάχτυλα αγάπη μου,
  και τώρα στο σκοτάδι φωσφορίζουνε κεχριμπαρένια» (σελ. 44).


  Το παρακάτω θυμίζει Μαρκ Τουέν:

«Ώστε ο Θεός έχει παράπονα απ' τα πλάσματά του;
  τύψεις γι αυτά δεν έχει;» (σελ. 54).

  «Το ανθισμένο Αιγαίο» μοιάζει με τον «Πειρασμό» από τους Ελεύθερους Πολιορκημένους του Σολωμού, από τον οποίο μάλιστα παραθέτει και στίχους, ως προς τη λειτουργία του. Στο Σολωμό το απόσπασμα αυτό δείχνει την ομορφιά της φύσης από την οποία κινδυνεύουν να παρασυρθούνε οι πολιορκημένοι και να ξεχάσουν τον αγώνα τους. Στον Ευαγγέλου ο στόχος του λυρικού αυτού χείμαρρου φαίνεται στην τελευταία στροφή, στην πίσω σελίδα.

  Σ' αυτό το ανθισμένο Αιγαίο
  που χωρίζει - αντί να ενώνει - δυο γειτόνους…
  Κάθε χρονιά οι Έλληνες πετούν ένα στεφάνι μνήμης
  για τα παιδιά που πέσανε στα Ίμια.
  Και το Αιγαίο συννεφιάζει τούτη την ημέρα.
  κι όλη η ποίησή του αλλάζει σε πεζό δράμα» (σελ. 60).


  Και ο εξαίρετος ψηφιδογράφος κλείνει τη συλλογή του με «Ψηφίδες ιδεών για τη θλίψη και τον πόνο».

  «Η μελαγχολία είναι η αξιοπρέπεια της σκέψης και η ελεγεία του συναισθήματος». «Υπάρχουν μερικοί που είναι χρόνια παντρεμένοι με τη Λύπη, κι αν κάποτε τους αγκαλιάσει η Χαρά νομίζουν πως κάνουν μοιχεία». «Υπάρχουν και ηδονοβλεψίες του ανθρώπινου πόνου που είναι τρισχειρότεροι από τους ηδονοβλεψίες του ανθρώπινου έρωτα».

  Νομίζω ότι καλό είναι να κλείσω την παρουσίαση αυτή με το παραινετικό δημοτικοφανές δίστιχο που έχει εισχωρήσει ανάμεσα στις ψηφίδες:

  «Φίλα
   την έξυπνη στο μέτωπο, την όμορφη στα χείλη,
   και την κοπέλα που πονά στα δακρυσμένα μάτια».


  Αρκεί να σταθούνε.





                                                       *****





Μαρία Χωρατατζή - Μηλιώτη
«Ακτίνες φωτός» και «Τραγούδι της ζωής»
Πειραιάς


  Μετά από απουσία 12 χρόνων η Μαρία Χωρατατζή Μηλιώτη επανέρχεται με δυο ποιητικές συλλογές της που έχουν τίτλο «Ακτίνες φωτός» και «Τραγούδι της ζωής». Στην πρώτη περιλαμβάνονται «Ποιήματα 1999-2001» και στη δεύτερη «Ποιήματα 2001-2003». Από αυτές τις χρονολογικές ταυτοποιήσεις των ποιημάτων της φαίνεται ότι η Μαρία Χωρατατζή Μηλιώτη δεν απείχε μόνο εκδοτικά, αλλά και συγγραφικά, για περίπου οκτώ χρόνια. Επανήλθε όμως ανανεωμένη, αν και με ανιχνεύσιμο το προσωπικό της ύφος.
  Η στροφή που βλέπουμε στην ποίησή της έχει να κάνει κυρίως με τη θεματική της και την ατμόσφαιρά των ποιημάτων της. Θα τη χαρακτηρίζαμε θρησκευτική ποίηση. Το είδος είναι αρκετά σπάνιο, μας έρχεται στο νου μόνο ο Τάκης Παπατσώνης, και αυτό δίνει στην ποίησή της μια ιδιαιτερότητα. Ήδη οι λέξεις φως και ουρανός που βρίσκονται στους δυο τίτλους είναι αποκαλυπτικές του περιεχομένου τους, και επαναλαμβάνονται πολλές φορές μέσα στα ποιήματα, τόσο στο κυρίως σώμα όσο και στους τίτλους, όπως και η λέξη Θεός, και φυσικά η λέξη αγάπη.

«Άσε το χέρι του Θεού
  ν' αγγίξει την καρδιά
  κι απαλά να την ξυπνήσει
  στου φωτός τα μυστικά.
  Άσε τη φωνή του θεού
  να μιλήσει στη ψυχή
  κι απαλά να την οδηγήσει
  στα μονοπάτια τα' ουρανού» (σελ. 16).
  Και πιο κάτω γράφει:
  «Πόσο δύσκολο είναι
  να δω μέσα μου,
  το μονοπάτι να ακολουθήσω,
  για να βρεθώ κοντά Σου» (σελ. 42).
  Στη δεύτερη συλλογή οι συλλήψεις είναι ακόμη πιο τολμηρές:
  «Ήταν Μεγάλο Σάββατο,
  σαν επισκέφτηκα τον οίκο του Θεού
  κι ο Αρχάγγελος άνοιξε την Πύλη.
  Εκείνο το πρωινό
  που πήγα να συναντήσω το Χριστό,
  θυμήθηκα ότι την προηγούμενη μέρα
  ήμουν κι εγώ νεκρή» (σελ. 22, δεύτερη συλλογή).


  Η Μαρία Χωρατατζή-Μηλιώτη δεν ενδιαφέρεται για πρωτοτυπίες και φορμαλιστικές αναζητήσεις. Δεν την διακατέχει η «αγωνία της επίδρασης», αλλά η λαχτάρα να εκφράσει το βαθύ θρησκευτικό της αίσθημα σε μια γλώσσα απλή, σε μικρά ποιήματα με μικρούς στίχους. Στις σπάνιες φορές που, εγκαταλείποντας τον θρησκευτικό λυρισμό της γίνεται αφηγηματική (π.χ. Στη σπηλιά της αγάπης), το θρησκευτικό όραμα ακολουθεί σαν ουρά κομήτη πίσω της.
  Μας συγκινεί η θρησκευτική συγκίνηση της Μαρίας Χωρατατζή Μηλιώτη, και φαντάζομαι κάθε αναγνώστη της ποίησής της.







         Μπάμπης Δερμιτζάκης - Σωτήρης Παστάκας - Γιάννης Μανιάτης






Δημοσίευση στο lexima.gr : 28/01/2007



Lexima.gr - Τα κείμενα αποτελούν απόψεις και θέσεις των συντακτών τους.