Λέξημα / Ποίηση / Ό (ρ) ασηΑνώνυμος επισκέπτης
Ποίηση Νεότερο Παλαιότερο
'Αρθρο #1203 | Αποστολή από ?????? |
   Δευ 28 Μαϊ 2007 
Συλλογική παρουσίαση (6)
Ό (ρ) αση
Εξώφυλλο
Παρουσιάζονται οι : Γιάννης Στίγκας, Γιάννης Υφαντής, Σταμάτης Πολενάκης, Κύρβα - Μαρίνα Σαμπροβαλάκη...

                        Γράφει - παρουσιάζει ο Γιάννης Μανιάτης
      
Γιάννης Στίγκας
Η όραση θ' αρχίσει ξανά
Εκδ. Κέδρος

                   Μια προσέγγιση, ένα σχόλιο και μια σημείωση για τον Γιάννη Στίγκα

Κατά μία άποψη, στην ποίηση, όλα είναι υπόθεση βλέμματος, οπτικής στην παρατήρηση, άποψη που δικαιώνεται στο πρόσωπο του Γιάννη Στίγκα.
Προσωπική και αναγνωρίσιμη η γραφή του, ήδη από την πρώτη του συλλογή (Η αλητεία του αίματος, εκδόσεις Γαβριηλίδη), κέρδισε γρήγορα κι επάξια την αναγνώριση στο χώρο (προτεινόμενος στα βραβεία Διαβάζω) και αυτοπροσδιορίζεται μέσ' από τους στίχους του :

                        Πρέπει να μάθεις να αναπνέεις
                         όπως το ποίημα  

                                         (Η τέλεια ακουστική του λαβύρινθου,   σελ. 16)


Και παρακάτω :

                    Ποίησις είναι η κορυφή του παγόβουνου

                           (Έτσι όπως διαβάστηκε στην παλάμη μου
                                            και σκόνταψα στ' αλήθεια,    σελ. 18)


αλλά και :

                     Δεν τονε  χτίζουμε το Λόγο μας
                     Εκείνος μας χτίζει

                          (Το φως που με στριμώχνει,  σελ.47)


Αν και στην προηγούμενη περίπτωση επιβεβαιώνει την άποψη που αναφέρθηκε, στη συνέχεια διαψεύδει όσους θέλουν το ποίημα να γράφεται από τον ποιητή για τον ποιητή, καθώς εδώ το ποίημα ενσυνείδητα γράφεται για τον αναγνώστη και σε κάποιες περιπτώσεις τον προτρέπει.*
Παράδειγμα, οι τελευταίοι στίχοι από το ποίημα που έδωσε τον τίτλο στη συλλογή:

                     κοίτα να φτάσεις στην αγάπη
                     χωρίς τις βαλίτσες σου

                     κοίτα

                                       (Έτσι όπως διαβάστηκε στην παλάμη μου
                                        και σκόνταψα στ' αλήθεια,    σελ. 18)


  αλλά και το ποίημα :

                 ΣΧΟΛΙΟ ΠΡΟΣ ΠΑΣΑ ΚΑΤΕΥΘΥΝΣΗ  

                 Ωραία που το διάβασες το ποίημα
                 με προσοχή και αστική συγκίνηση

                Έλα λοιπόν να κάνουμε την έξοδο
                το Μεσολόγγι είναι δήμος της καρδιάς
                                                     κραδαίνοντας τ' ωραίο τίποτα
                τι με κοιτάς;

                 το διάβασες το ποίημα
                                                                            (σελ. 50)


Ποίημα που εκτός από τη λεπτή ειρωνεία, εμπεριέχει και την κίνηση, ένα ταρακούνημα στη σκέψη του εφησυχασμένου (αστού) αναγνώστη ( ίσως και ποιητή ) και μια πρόταση διαφορετικής προσέγγισης του Σολωμού. Και μόνο γι' αυτό θα μπορούσε κάποιος και δικαιολογημένα, να μιλήσει για πολιτικό λόγο, με την ευρύτερη έννοια, αλλά είναι έτσι ή μήπως, όπως έχει ειπωθεί, διαβάζουμε ότι είμαστε; Και ειδικά όταν έχουμε απέναντί μας μια ανοιχτή γραφή, όμοια με πολύπλευρο πρίσμα σε κάθε μάτι να δείχνει κι άλλη θέα.

Στην εποχή μας υπάρχει μια τάση να ανιχνεύεται η αλήθεια μέσα από την ποίηση και συχνά, αποσπάσματα, στίχοι ποιημάτων να προτάσσονται ως μότο σε κάθε λογής κείμενα και λόγους. Η ποίηση του Στίγκα προσφέρεται για κάτι τέτοιο, αν και δεν ξέρω πόσο, αυτή η «πρακτική», θα πρέπει να χαροποιεί τους ποιητές ή όχι και είναι σίγουρα οι ζωγράφοι τυχεροί, αφού ακόμα δεν κατάφεραν να κλέψουν το χαμόγελο, απ' τη Τζοκόντα, να το κολλήσουν κάπου αλλού. Έτσι, σαν άλλοθι, να συνεχίσει σ' άλλο στόμα να υπάρχει.
Ή μήπως έγινε και δεν το πήραμε χαμπάρι…


Σημ. : Χωρίς βέβαια αυτή η παρατήρηση να μειώνει στο ελάχιστο την αξία της ποίησής του καθώς δεν είμαι από αυτούς που άκριτα ασπάζονται όσα αρνητικά κατά καιρούς έχουν γραφτεί για τη λεγόμενη «διδακτική ποίηση», ενώ δηλώνουν πως διαβάσανε Καβάφη.


                                               *******

Γιάννης Υφαντής
ΟΙ ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΕΙΣ ΤΟΥ ΜΗΔΕΝΟΣ
Εκδ. Άγκυρα

Εκεί που όλα δείχνουν να  (υπο -) χωρούν μες στο απόλυτο Μηδέν, τη Μήτρα του σύμπαντος, χτίζει ο Γιάννης Υφαντής την ποίησή του και φυσικά, κάθε άλλο παρά τυχαίος δεν είναι και ο τίτλος του συγκεντρωτικού τόμου, με όλα τα έως τώρα ποιήματα του.

Αν και ο ίδιος θεωρεί εαυτόν αδικημένο, οι προηγούμενες αναφορές στο έργο του, έχουν σκιαγραφήσει λίγο πολύ το πολυπρόσωπο της ποίησής του. Ερωτικός ή ειρωνικός, φιλοσοφικός ή σκώπτης, υπαρξιστής ή αιθεροβάμων, μυστικός ή ρεαλιστής, είναι μερικοί μόνο από τους χαρακτηρισμούς που αποδόθηκαν στο έργο του, αλλά και πάλι θεωρώ δεν τον χωράνε καθώς είναι μια ξεχωριστή περίπτωση ποιητή, που έρχεται από άγνωρο τόπο και με μια γλώσσα μυστική κι αρχέγονη, μιλάει με τα γραφτά του.

Ποιητής της γενιάς του 70, κάτι που ο ίδιος ποτέ δεν αποδέχτηκε, γενιάς που τώρα προσπαθεί ν' απαλλαγεί απ' τα χρέη του αιώνα, αυτά που είπανε, δημόσιες σχέσεις κι ο ίδιος δεν ασπάστηκε, όπως συχνά δηλώνει.

Οι επιρροές στο έργο του από τους προσωκρατικούς αλλά και από τις θρησκείες της ανατολής και του βορά είναι εμφανείς, χωρίς να είναι οι μόνες. Επιρροές που οφείλονται σ' ένα βαθμό και στο μεταφραστικό του έργο  (Μυστικοί της Ανατολής, 1992 - Αρχαία Έδδα, 1983)

Αν και αναφέρθηκα στο πολυπρόσωπο του έργου του, θα σταθώ σε μια ξεχωριστή πλευρά του, την αριστοφανική, την αθυρόστομη. Σ' αυτή που αντιμάχεται την υποκριτική ηθικολογία και τη σοβαροφάνεια των ημερών μας.  Χαρακτηριστικοί είναι οι στίχοι που ακολουθούν :

[…] Κόκκορα άσχημα την έχουμε.
Οι κακογαμημένοι θέλουν να μας σφάξουν.[…]


                                       (Ω, ΚΟΚΚΟΡΑ, σελ. 179)

Πληθωρικός, λοιπόν, ο Γιάννης Υφαντής σε θεματικές, ύφος και τεχνικές, συγκεντρώνει το μέχρι τώρα έργο του σ' αυτό τον τόμο και ολοκληρώνουμε την παρουσίαση με μία από τις μαντινάδες που έχει στις Σημειώσεις (σελ. 492) :

Σαν τράγος που τον πόθο του τον κέντρισε η αρμύρα
να ξεδιψάσω επιθυμώ μες στη μουνοπλημμύρα



                                               *******

                       Γράφει - παρουσιάζει ο Μπάμπης Δερμιτζάκης

Σταμάτης Πολενάκης,
Τα γαλάζια άλογα του Φραντς Μαρκ,
Οδός Πανός 2006

  Πρόκειται για τη δεύτερη ποιητική συλλογή του Σταμάτη Πολενάκη, εγγονού του
γνωστού γελοιογράφου και γιου του Λέανδρου, του γνωστού συγγραφέα.
  Τα ποιήματα της συλλογής αυτής είναι κυριολεκτικά απαντήσεις, responses, σε ερεθίσματα, stimuli, για να χρησιμοποιήσουμε την ορολογία της ψυχολογίας της συμπεριφοράς. Τα ερεθίσματα είναι συγγραφείς, μουσικοί, ήρωες μυθιστορημάτων κ.ά., και οι απαντήσεις σύντομα κείμενα, συχνά στα όρια του αποφθέγματος:

  «Χιλιάδες ήλιοι φωτίζουν τον κόσμο
  αλλά δεν υπάρχει παρά μόνο μια κοινή νύχτα
  μέσα στην οποία υποφέρουμε όλοι: η κατασκότεινη νύχτα
  του Νικολάι Σταυρόγκιν» (σελ. 49).


  Θα παραθέσω ένα ακόμη, που με συγκίνησε, μια και οι διακειμενικές αναφορές στη λογοτεχνία της Ανατολής είναι περίπου άγνωστες στα καθ' ημάς:

  «Παραλλαγή του ονείρου της πεταλούδας:
  ο Τσανγκ Τσου
  φλεγόμενος από το φως» (σελ. 47).


  Το «Όνειρο της πεταλούδας» του Zhuang Zhou (Τζουάνγκ Τζόου για την ακρίβεια, αλλά οι μεταγραφές στα ελληνικά των κινέζικων ονομάτων είναι μια θλιβερή ιστορία) είναι ένα από τα αριστουργήματα της κινέζικης λογοτεχνίας.
  Οι απαντήσεις αυτές στη δεύτερη από τις τρεις ενότητες της συλλογής με τον τίτλο «Αποχαιρετισμοί» ξεκινούν όλοι με τη λέξη «αποχαιρετισμός».  
  Τη συντομία ενός χάι κου έχει ο αποχαιρετισμός σε ένα εθνικό συγγραφέα της Ιαπωνίας, τον ελληνικής καταγωγής Λευκάδιο Χερν:

  «Φως και σκοτάδι ένα και η εφήμερη
  λάμψη των στιγμών
  Τελευταία εικόνα: μέσα στη νύχτα
  Πυγολαμπίδες» (σελ. 33).


  Και από τον «Αποχαιρετισμό στον Άντον Πάβλοβιτς Τσέχωφ»:

  «…το μέλλον είναι ένας δρόμος δύσβατος που αν τον πάρεις ως το τέλος οδηγεί κατευθείαν στο παρελθόν… αν ζούσαμε ακόμα λίγο θα βλέπαμε τον Τσάρο να φτυαρίζει το χιόνι στο Αικατερίνεμπουργκ» (σελ. 27).

  Η ποίηση, μοιάζει να μας λέγει ο Πολενάκης, είναι ευαισθησία, όχι φόρμα, και γι αυτό πολλά ποιήματα της συλλογής όπως το παραπάνω έχουν τον συνεχόμενο λόγο της πεζογραφίας, με τις λέξεις να εξαντλούν το μήκος της αράδας.
  Ο Πολενάκης μοιάζει να ζει μέσα στην τέχνη και τη λογοτεχνία, και οι εμπνεύσεις του αντλούνται από εκεί. Ίσως όμως να επηρεάστηκε και από τον προϊστάμενό του, τον Τάσο τον Γουδέλη, στο δικηγορικό γραφείο του οποίου εργάζεται. Ο Γουδέλης στο τελευταίο του βιβλίο, τις «Οικογενειακές ιστορίες», συμπλέκει το πραγματικό με το λογοτεχνικό, τη μοιχαλίδα Ευγενία με τη μαντάμ Μποβαρί, τον Αναστάση με τους Μπουενδία, τον Αιμίλιο με τον Καρένιν, για να τους αξιώσει σαν πρόσωπα.
  Δεν είναι όλα τα ποιήματα αποχαιρετισμοί και ερεθίσματα σε πρόσωπα της τέχνης και της λογοτεχνίας. Κάποια αποτελούν απαντήσεις στα ερεθίσματα της πραγματικότητας, όπως στο παρακάτω με την μεταφυσική μελαγχολία του, που δίνει και το συναισθηματικό στίγμα της συλλογής:

«Προς τι, αναρωτιέμαι, αυτή η παράξενη επιμονή των δεικτών να περιστρέφονται στα τυφλά μέσα σ'  ένα ρολόι κομματιασμένο από αιώνες, προς τι και η πεισματική εμμονή του τεχνίτη στη λεπτομέρεια (αναρωτιέμαι πάλι) προς τι η επιμονή του ποιητή να βγάζει τα μάτια του μες στο σκοτάδι πασχίζοντας να ανακατασκευάσει τον περίπλοκο μηχανισμό του ποιήματος, ενώ πληθυσμοί ολόκληροι ανταλλάσσονται ακριβώς όπως ανταλλάσσονται δυο πιόνια σε μια σκακιέρα» (σελ. 15).

  Το μήλο κάτω από τη μηλιά λέει ο λαός, και ο Σταμάτης διακονεύει επαξίως την ποίηση, όπως ο πατέρας του την πεζογραφία και ο παππούς του την γελοιογραφία.


                                               *******

Κύρβα,
Ξεφύλλισμα ψυχής,
εκδόσεις Βογιατζή

  Το «Ξεφύλλισμα ψυχής» της Κύρβα, θα μπορούσε να τιτλοφορηθεί καλύτερα «Ξεφύλλισμα καρδιάς». Κι αυτό γιατί στις 227 σελίδες του βιβλίου αυτού η Μαρίνα Σαμπροβαλάκη, που χρησιμοποιεί σαν ψευδώνυμο την αρχαϊκή ονομασία της πατρίδας της Ιεράπετρας, μας αποκαλύπτει τα μύχια της καρδιάς της, στο πιο αγνό και πιο βαθύ αίσθημα που μπορεί να κρύψει μέσα της: τον έρωτα. Στους ιαμβικούς 15σύλλαβους στίχους του περιγράφει την ιστορία ενός έρωτα, ενός έρωτα που την κατάτρυχε σε όλη της τη ζωή.
  Είχα διαβάσει κάπου ότι ο άντρας δεν ξεχνά ποτέ την πρώτη του αγάπη, και η γυναίκα - την τελευταία. Το θεώρησα ως ένα από τα φαλλοκρατικά ανέκδοτα που κυκλοφορούν μόνιμα έχοντας ως στόχο τις γυναίκες, και τελευταία τις ξανθιές. Το βιβλίο της Σαμπροβαλάκη αποτελεί μια τρανταχτή διάψευση. Και μια ελπίδα: Η πρώτη, η εφηβική αγάπη, μπορεί να αποτελέσει το υστερνό λιμάνι, ή καλύτερα το τροπικό νησί που θα καταφύγει εκείνος-η που θα ναυαγήσει ο γάμος του-της.
  Και βέβαια, δίπλα στον έρωτα που μπορεί να έχει τα σκαμπανεβάσματά του, υπάρχει ο σταθερός έρωτας εμάς των κρητικών για την Κρήτη. Δεν είναι τυχαίο το ψευδώνυμο της Σαμπροβαλάκη, ούτε το ότι για να εκφράσει τον έρωτά της διάλεξε τον 15σύλλαβο ομοιοκατάληκτο στίχο του Ερωτόκριτου και της μαντινάδας. Την Κρήτη την κουβαλάμε μέσα μας όλοι οι κρητικοί. Το κατεξοχήν σύμβολό της, η κατεξοχήν μετωνυμία της, ο Ψηλορείτης, απαντάται ουκ ολίγες φορές.
  Αυτό που με εντυπωσίασε ιδιαίτερα είναι η χρήση λέξεων που δεν έχω ξανασυναντήσει σε γραπτό κείμενο, και όμως τις χρησιμοποιούμε ακόμη αρκετά συχνά στα μέρη μας, στην επαρχία Ιεράπετρας: μικιό (μικρό), μιαολιά (λιγάκι), «ποκόλωναν οι μέρες» (απομακρύνονταν. Αν δεν κάνω λάθος στην ετυμολογία, το «κο» θέλει με ωμέγα), αβραγά (αύριο βράδυ) μπάνα (μήπως), μπακαλούμου (άραγε), ξελαμπικάρισε (καθάρισε), λαλιούν (οδηγούν), εγλάκα (έτρεχε) γιαέρνει (γυρίζει) είναι μόνο μερικές απ' αυτές, που παρά την εισβολή της κοινής νεοελληνικής που τείνει να εξοντώσει τις ντοπιολαλιές, χρησιμοποιούνται ακόμη αρκετά στην περιφέρειά μας.
  Η Μαρίνα στο πρώτο της αυτό βιβλίο (ξέρω ότι θα έχουμε συνέχεια) κάνει κάτι που πάντα το είχα πρόβλημα με τις υποσημειώσεις: να μη βρίσκονται στο τέλος αλλά στο κάτω μέρος της σελίδας. Συχνά βαριέμαι να χάσω τη ροή του κειμένου, και δεν κάθομαι να τις ψάχνω στο τέλος. Ε, λοιπόν αυτό που συχνά δεν κάνουν  στις υποσημειώσεις και ποτέ στα γλωσσάρια, η Μαρίνα το κάνει στο βιβλίο της: την ερμηνεία των λέξεων την δίνει στο κάτω μέρος της σελίδας.
  Το πάθος της για την Κρήτη την οδηγεί καμιά φορά σε υπερβολές. Δεν της φτάνει μόνο η χρήση των κρητικών λέξεων αλλά την απασχολεί και η απόδοση της κρητικής προφοράς. Έτσι τη λέξη «ποιος» τη γράφει «πχιος», τη λέξη «πιάσει» τη γράφει «πχιάσει», τη λέξη «ομορφιά» τη γράφει «ομορφχιά». Ίσως θα 'πρεπε να συνοδεύει το βιβλίο και cd με την απαγγελία του έργου. Το ρίχνω σαν ιδέα για μεταγενέστερη έκδοση.
  Η Μαρίνα δεν γράφει λόγια (λόγι-α, όχι λόγια, τελικά καμιά φορά η φωνητική απόδοση είναι αναγκαία για να μην αμφιταλαντεύεται η ανάγνωση. Εδώ δεν έχουμε συνήζιση), όπως και ο Κορνάρος σε αντίθεση με τον Χορτάτζη. Σε όλο το βιβλίο δεν βρήκα κανένα διασκελισμό.
  Άλλο χαρακτηριστικό της ποίησής της που είναι και χαρακτηριστικό της δημοτικής ποίησης είναι η επανάληψη. Το παρακάτω απόσπασμα είναι ένας ύμνος στη φιλία:

ΦΙΛΟΙ, που δε με φτάνουνε χίλιες ζωές να γράφω
κι όλο το χώμα του ντουνιά, πηλός και να τσοι πλάθω.
ΦΙΛΟΙ, που δε με πρόδωκαν, και κάτσανε σιμά μου,
και βάλαν την αγάπη ντως μπεντένι στη καρδιά μου.
ΦΙΛΟΙ,  που στα μεσάνυχτα, τα άγρια γλακούσαν,
και στη ψυχή μου απού κλαιγε, σκοπούς τση τραγουοδούσαν.
ΦΙΛΟΙ, που λαχταρούσανε να ξαναβρώ το γέλιο,
πάνω ντου να 'νεστηλωθώ, να το 'βανα θεμέλιο.
ΦΙΛΟΙ, που ξεμαντάλωναν πόρτες καρδιάς να κάτσω,
στου κόρφου ντως τη ζεστασιά, σα ντο μωρό να κλάψω….


  Ο ωσεί ιδεοψυχαναγκασμός της στην επανάληψη οδηγεί και σε μια πρωτοτυπία: συχνά η ομοιοκαταληξία δεν είναι κατά δίστιχα, αλλά κατά τρίστιχα, όπως στο παρακάτω:

  Τση Σταχτοπούτας ήμοιαζα, είχα τον πρίγκηπά μου,
να βάζει τα παπούτσα μου στα πόδια τα κρυγιά μου
και τω χειλιώ τη ζεστασά κομπρέσα στη καρδιά μου.


  Ακόμη και τετράστιχα συναντήσαμε, και μια φορά ένα ολόκληρο πεντάστιχο. Σπάνια συναντήσαμε αδέσποτους δεκαπεντασύλλαβους, και μόνο μια φορά μια «δυσλεκτική» θα λέγαμε, χρήση της ομοιοκαταληξίας: Παράδερνε ο λογισμός, σα τσι λυμένες βάρκες,/ που τσι λαλιούν τα κύματα, και τσι ξεβράζουν στσ' άκρες.
Και άλλη μια φορά μια βιασμένη χρήση ομοιοκαταληξίας: σα ντο χαράκι ετούτονέ, που κάθομαι και γράφω,/ και με τη χέρα μου τη μια, βαστώ ντη κάτω γνάθο.
  Οι μεταφορές της είναι σπάνιας ομορφιάς, και συχνά μας συγκινούν παραπέμποντας στην Κρήτη της παράδοσης, της Κρήτης που ανήκει πια στο παρελθόν:

Πόμεινα οπίσω να θωρώ τον ίσκιο ντου να σβήνει,
με τη καρδιά ντη παιδική, σπασμένη σα λαήνι.


  Όταν θα σπάσει το λαϊνι που έχω μεταφέρει, διακοσμητικό, στην Αθήνα, θα μένει ο στίχος της Μαρίνας να μου το θυμίζει.
  Και άλλη μια ωραία, «κρητική» μεταφορά:

  Ο χρόνος συλλογίζομαι, σκληρός σα ντα σημάδια,
κι ωσά τα κακοφούρνιστα, 'φτάζυμα παξιμάδια.
         Και άλλη μια:

  Ώρες εκουβεντιάζαμε, ωσά τσι κυβερνήτες,
  κουβέντες ξετρυπώναμε ωσά τσοι αμανίτες.


    Ο παρακάτω στίχος θα σώσει από τη λήθη τον τυφλό βιολάτορα του χωριού μου, χρόνια πεθαμένος:

  Γλέντια με το Στραβογιαννιό, στη μέση τση πλατέας.

  Στο Ερωτόκριτο υπάρχει το πρόβλημα ποιες από τις αποφθεγματικές φράσεις ανήκουν στον ποιητή και ποιες στο λαό. Από τις παρακάτω τρεις αποφθεγματικές φράσεις που συνάντησα στο ποιητικό αυτό έργο έχω ακούσει την πρώτη και την τρίτη, τη δεύτερη όχι.

Του ξένου κήπου δίνε ευκή, ν' ανθίζει ο εδικός σου.
Τσ' απαντοχές σου στο θεό και τη καρδιά στσ' ανθρώπους
Μη κάμεις μη σου κάμουνε, μη πεις να μη σου πούνε.


  Θα ήταν παράλειψη να μην αναφέρουμε το φωτογραφικό υλικό που παραθέτει η Μαρίνα, τοπία της Βαϊνιάς, του χωριού της, όπως τα απεικόνισε ο φωτογραφικός φακός μια περασμένη εποχή. Κάθε φωτογραφία «σχολιάζεται» με στίχους μέσα από το βιβλίο.
  Όπως γίνεται στην αφηγηματική ποίηση, υπάρχουν οι λυρικές κορυφώσεις, με στίχους εξαίρετης ομορφιάς. Ο Σολωμός γι αυτό άφησε αποσπάσματα. Έγραψε μόνο τις λυρικές κορυφώσεις που τον ανέβασαν στον Παρνασσό της ποίησής μας, δεν έγραψε τις συνδετικές αφηγήσεις που θα τον κατέβαζαν. Από τις πιο ψηλές κορφές της ποίησης της Σαμπροβαλάκη θα δώσουμε κάποια δείγματα, με τα οποία θέλουμε να κλείσουμε και την παρουσίασή μας:

  []iΜονάχα η νύχτα 'κάτεχε κι ο ουρανός εθώργε
  όσα η καρδιά 'λαχτάρουνε, και το κορμί δε 'μπόργε.
…………….
  Ήλιε, δε θέλω μπλιο να δω τ' ανεσηκώματά σου,
  θέλω στα μαξελάργια μου, τα ηλιογέρματά σου.
……………
  Ξελαμπικάρισε ο νους, λευτέρωσα τη σκέψη,
  τα χαλινάργια τα παλιά, τση 'βγαλα, για να τρέξει.
  Και δε ντη περιόρισα, που πχιαίνει κι ήντα κάνει,
  και εγλάκα ,τα πικρά παλιά, εδά, να τα γλυκάνει.  




                    Μπάμπης Δερμιτζάκης - Γιάννης Μανιάτης
                               για το www.lexima.gr







Lexima.gr - Τα κείμενα αποτελούν απόψεις και θέσεις των συντακτών τους.